Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2008

Μπλοκοπαιχνίδι λέξεων

Παρότι έχει περάσει λίγος καιρός από την πρόσκληση της Ασυγχώρητης, δεν το ξέχασα. Το καθυστέρησα καθότι δεν μπορούσα να σκεφτώ κάτι και η ιστορία του Διάσπορου μου άρεσε τόσο πολύ που δεν πίστευα ότι μπορούσα να γράψω κάτι χωρίς να τον μιμηθώ. Πιθανώς να μην τα κατάφερα αλλά ούτως ή άλλως γιορτές πλησιάζουν, να μην ψυχοπλακωθούμε λιγο?! Τα σχόλια δικά σας.

"Μπήκε στο βαγόνι-εστιατόριο του τρένου και κοίταξε γύρω της δήθεν αδιάφορα. Στο σχεδόν άδειο εστιατόριο καθόταν μόνο ένα ηλικιωμένο ζευγάρι και ο στόχος. Τέλεια, σκέφτηκε. Όλα πάνε σύμφωνα με το σχέδιο. Έκατσε στο μπαρ και τον κοίταξε «τυχαία», ανοιγοκλείνοντας τις μακρυές βλεφαρίδες της. Το ήξερε ότι αυτό τρέλαινε τους άντρες αν και η ίδια δεν μπόρεσε να καταλάβει ποτέ το γιατί. Φρόντιζε, όμως, να το εκμεταλλεύεται στο έπακρον. Ένας παλιός γκόμενος της είχε πει κάποτε ότι είχε τη στόφα της μοιραίας γυναίκας. Μπορεί να είχε και δίκαιο, αν έκρινε από το πόσοι είχαν καταστραφεί για χάρη της αλλά ούτως ή άλλως δεν την ενδιέφερε αρκεί να έπαιρνε αυτό που ήθελε. Έβγαλε ένα τσιγάρο, το κράτησε μετέωρο και περίμενε κοιτάζοντας αλλού. Στον καθρέφτη είδε το σερβιτόρο που πλησίασε με ένα αναμμένο σπίρτο και το στόχο να τον σταματά με ένα νεύμα και να ανάβει το χρυσό αναπτήρα του, νιώθωντας ταυτόχρονα και τη ζεστή αναπνοή του στο σβέρκο της. Γύρισε, άναψε χωρίς να πει λέξη και ξαναγύρισε την πλάτη αδιάφορα. Εκείνος της πρότεινε να την κεράσει κάτι και πριν να προλάβει να πει οτιδήποτε είχε παραγγείλει ήδη δύο μαρτίνι. Σιχαινόταν να παραγγέλνουν γι’αυτήν αλλά χαμογέλασε και φύσηξε τον καπνό. Το αεροπορικό εισητήριο ήταν ήδη στη τσάντα της. Όλα θα πήγαιναν όπως τα σχεδίασαν. Έπρεπε να πάνε όλα όπως τα σχεδίασαν. Δεν είχε άλλα περιθώρια. Κι αυτός ο πόνος στην καρδιά δεν έλεγε να την αφήσει. Του ξαναχαμογέλασε και ήπιε μια γουλιά.

Ήταν 4 το πρωί όταν το τρένο σταμάτησε στο μικρό σταθμό κοντά στα σύνορα. Όλοι ή σχεδόν όλοι οι επιβάτες κοιμόντουσαν. Κατέβηκε κρατώντας σφιχτά τη μικρή βαλίτσα και τρέμοντας από το αγιάζι του πρωϊνού που ερχόταν. Είχαν πει ότι θα την περίμενε στο δρόμο έξω από τα χωράφια με τα θερισμένα στάχυα. Εκείνη το είχε διαλέξει. Ήθελε να τα δει μια τελευταία φορά. Ο πόνος ολοένα και δυνάμωνε. Περπατούσε αργά, με κόπο, χωρίς πια να βλέπει καθαρά γύρω της. Θυμόταν, όμως, καθαρά. Θυμόταν τη μία και μοναδική στιγμή ευτυχίας που είχε νιώσει στα 15 της ξαπλωμένη στις θυμωνιές, μ΄εκείνο το αγόρι να κοιτάζουν τα άστρα.

Την βρήκαν αργότερα το πρωί παγωμένη στο πλάι του δρόμου χωρίς τη μικρή βαλίτσα και με το χέρι στην καρδιά."

5 σχόλια:

megat είπε...

your picture very beautiful and make me excited. I come again

Ανώνυμος είπε...

aiwnia tis i mnimi (tis irwidas sou)

kai gw prepei na grapsw tin istorioula mou eftixws pou mou to thimises!

drSpock είπε...

Αμήν. Όπως θα κατάλαβες έχω παραπάνω έμπνευση και έφεση στα σενάρια για τσόντες!

the bastard; unshaved. είπε...

Εσιεις έμπνευση στες τσόντες;
Άτε περιμένουμε.. κανέναν με τον Big Ben,έτσι να κάμνει match με το Λονδίνο.

Αλήθκεια, εν μας είπες.. πότε με το καλό;

Ανώνυμος είπε...

Bastard: Αν ανατρέξεις στα σχόλια του τελευταίου ποστ της Καίηκ (και γκρίζα διαφήμιση) θα καταλάβεις για τις τσόντες! Πάντως προσωπικά, προτιμώ τα δικά σου καταθλιπτικά που έχουν και βιογραφικά στοιχεία.

Για Λονδίνο αρχές Φεβράρη, μόλις βρω σπίτι που ακόμα να ξεκινήσω να ψάχνω.